πετρήεσσα

πετρήεσσα
πετρήεις
rocky
fem nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • АВЛИДА —    • Aulis,          Αυλίς, город на Еврипе в Беотии, известный как сборный пункт для флота, отправлявшегося против Трои; местом самой стоянки служила ближняя, почти круглая бухта τó μικρον Βαθύ. Hom. Il. 2, 304 слл. 496 (πετρήεσσα) и чаще …   Реальный словарь классических древностей

  • δασκαλειό — I Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 69 κάτ.) του νομού Αττικής. Βρίσκεται στις ανατολικές ακτές του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κερατέας της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής. Άποψη του οικισμού Δασκαλειό στην Αττική. II Τοπωνύμια της ελλαδικής …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”